Η μόνιμη εμφύτευση αντλίας μπακλοφένης
Εάν από τη δοκιμαστική έγχυση προκύψει το θεραπευτικό αποτέλεσμα που αναμένεται, τότε γίνεται μόνιμη τοποθέτηση της αντλίας μπακλοφένης με μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική τεχνική.
Η επέμβαση εμφύτευσης της αντλίας διενεργείται στο χειρουργείο με τον ασθενή σε γενική αναισθησία. Περιλαμβάνει την εισαγωγή του καθετήρα έγχυσης ενδορραχιαία και την ένωση του άκρου αυτού με την αντλία χορήγησης του φαρμάκου, η οποία εμφυτεύεται υποδορίως στο κατώτερο κοιλιακό τοίχωμα.
Οι μετεγχειρητικές επιπλοκές είναι σπάνιες και αφορούν κυρίως τη λοίμωξη του τραύματος και τοπικά αιματώματα.
Μετά την εμφύτευση
Οι αλλαγές στη δοσολογία του φαρμάκου πραγματοποιούνται πάντα από τον εξειδικευμένο νευροχειρουργό μέσω προγραμματιστή, χωρίς να απαιτείται επεμβατική πράξη. Απαιτείται στενή συνεργασία του οικογενειακού περιβάλλοντος με τον ιατρό καθώς μπορεί να υπάρξουν επιπλοκές από την υπερδοσολογία ή την απότομη διακοπή του φαρμάκου λόγω δυσλειτουργίας αντλίας, απόφραξης ή μετακίνησης του καθετήρα.
Η εκτίμηση της τελικής αποτελεσματικότητα της θεραπείας γίνεται κατά τον πρώτο περίπου χρόνο, καθώς απαιτείται η σταδιακή ρύθμιση της κατάλληλης δοσολογίας σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε ασθενούς καθώς και η απελευθέρωση των μυών με τη δυνατότητα εφαρμογής ενός εντατικού προγράμματος φυσιοθεραπείας μεγαλύτερης διάρκειας. Η ανάγκη αύξησης της χορηγούμενης δόσης παρατηρείται κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους από την εμφύτευση, ενώ μετά η δόση συνήθως σταθεροποιείται.
Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας έχει σχέση με τον βαθμό αναπηρίας του κάθε ασθενούς, αλλά αναλόγως της περίπτωσης, μπορεί να οδηγήσει μέχρι και στην πλήρη κινητοποίηση ή ανεξαρτητοποίησή του. Επιπλέον, προσφέρει ανακούφιση από τον πόνο λόγω των αναλγητικών ιδιοτήτων της μπακλοφένης, αλλά και λόγω της εξάλειψης των επώδυνων μυϊκών σπασμών.
Επειδή σημαντικός στόχος της θεραπείας δεν είναι μόνο να ελαττωθούν οι σπασμοί, αλλά να επιτευχθεί λειτουργική βελτίωση, πρέπει ιδιαίτερα να προσεχθεί το φαινόμενο της υπερδοσολογίας, ιδιαίτερα στους περιπατητικούς ασθενείς πριν την επέμβαση διότι το όριο μεταξύ της ωφέλιμης μείωσης της σπαστικότητας και της επιβλαβούς ελάττωσης της μυϊκής ισχύς είναι πολύ μικρό και απαιτεί στενή συνεργασία με τον ιατρό για την προσεκτική ρύθμιση της δόσης ώστε να βελτιώνει τη σπαστικότητα διατηρώντας μόνο εκείνη που είναι απαραίτητη για την κινητοποίηση του ασθενούς, χωρίς να επιτείνει την μυϊκή αδυναμία.
Φάρμακα ενδοραχιαίας έγχυσης
Μορφίνη: Η χορήγησή της, ενδείκνυται για τον διάχυτο καρκινικό πόνο, για τον σύνδρομο του μετεγχειρητικού πόνου, για τον οστεοπορωτικό πόνο και για οδυνηρές νευροπάθειες , π.χ βλάβες του βραχιονίου πλέγματος. Με την τοποθέτηση της αντλίας συνεχούς υπαραχνοειδούς έγχυσης μορφίνης απευθείας στο νευρικό σύστημα, αποφεύγεται η συστηματική χορήγηση δόσεων που συνήθως προκαλεί έντονες και δυσάρεστες παρενέργειες, ο ασθενής ανακουφίζεται σωματικά και ψυχικά και βελτιώνεται θεαματικά η ποιότητα ζωής του.
Μπακλοφένη: Η ουσία δρα ανασταλτικά στους προσυναπτικούς GABA-b υποδοχείς και αναστέλλει την απελευθέρωση ακετυλοχολίνης, μειώνοντας έτσι την διεγερσιμότητα των κινητικών νευρώνων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειωθεί η μυϊκή σύσπαση.Η χορήγηση ενδείκνυται για τη σπαστικότητα των άκρων λόγω εγκεφαλικής παράλυσης, εγκεφαλικών επεισοδίων ή εγκεφαλίτιδας, σε βλάβη του νωτιαίου μυελού για τη σκλήρυνση κατά πλάκας, για τραυματισμό στον εγκέφαλο, για σοβαρή βλάβη στο κεφάλι και για μεταβολικές ασθένειες. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η ενδοραχιαία χορήγηση μπακλοφένης έχει σημαντικά και αξιόλογα λειτουργικά οφέλη και αποδεκτή σχέση κόστους / οφέλους. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καλά, ειδικά σε παιδιά με εγκεφαλική παράλυση, με πολλαπλή σκλήρυνση κατά πλάκας και με τραυματισμό του νωτιαίου μυελού.Επειδή η σπαστικότητα δυσχεραίνει την προσωπική φροντίδα και υγιεινή του ασθενούς η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, επιτρέπει την πραγματοποίηση φυσικοθεραπειών και συμβάλει στην ποιότητα ζωής του ασθενούς.